Δημήτρης Λιαντίνης
Εισαγωγή
Η Φιλοσοφία στην Πράξη και η Παγίδα της Κακής Εκμετάλλευσης
Η ανάλυση της αυτοχειρίας του Λιαντίνη υπερβαίνει την ηθική κρίση και επιχειρεί να την κατανοήσει ως έκφραση ενός υπαρξιακού προγράμματος που συνδυάζει ηρωισμό, αυτοκυριαρχία και συνεχή συνειδητή εγρήγορση απέναντι στη ζωή και στον θάνατο.
Η εξέταση της κοινωνικής διάστασης του «τοξικού αλτρουισμού» προσφέρει κρίσιμη οπτική για τον τρόπο που ιδεαλιστικές διδασκαλίες μπορούν να χειραγωγηθούν, αναδεικνύοντας πρακτικές συνέπειες για την ψυχική και σωματική ευημερία των ατόμων.
Η φιλοσοφία του Λιαντίνη δεν είναι θεωρητική άσκηση· αποτελεί καθοδηγητική εντολή για τη ζωή. Το μήνυμα του «Τρύγησε την ημέρα» υπερβαίνει την προσωπική αυτοβελτίωση· υπογραμμίζει την ηθική ευθύνη απέναντι στη ζωή, στον θάνατο και στους άλλους. Κάθε μέρα απαιτεί συνείδηση, μέτρο και ενεργό συμμετοχή στον κόσμο. Η αυτοκυριαρχία, η ηθική πράξη και η συνεχής εγρήγορση δεν είναι αφηρημένα ιδανικά· είναι εργαλεία για μια αυθεντική ύπαρξη.
Όμως η έννοια της «ηρωικής ζωής» μπορεί να παραμορφωθεί όταν αποσπαστεί από το πλαίσιο της προσωπικής συνείδησης και υπευθυνότητας. Η αρετή δεν μπορεί να γίνει συλλογική υποχρέωση ή μέσο πίεσης· είναι προσωπική επιλογή και ενεργός αγώνας για τη ζωή. Ο κίνδυνος καπηλείας είναι υπαρκτός σε οργανώσεις που παρουσιάζουν την καθημερινή αυτοθυσία ως υποχρέωση προς έναν εξωτερικό σκοπό, απομακρύνοντας τον άνθρωπο από την προσωπική του ολοκλήρωση.
Η αποσπασμένη από τη συνείδηση «ηρωική πράξη» χάνει την υπαρξιακή της αξία και μετατρέπεται σε αυτοκαταστροφική υποταγή. Το μέλος της οργάνωσης πιστεύει ότι υπηρετεί το ανώτερο καλό, ενώ στην πραγματικότητα θυσιάζει την ψυχική και σωματική του ακεραιότητα. Σε ακραίες περιπτώσεις, η παρανόηση αυτή οδηγεί σε τραγική πλάνη, όπου ο ηρωισμός γίνεται εργαλείο κοινωνικής χειραγώγησης και ιδεολογικού ελέγχου.
Η σύνδεση φιλοσοφίας και κοινωνικής πραγματικότητας είναι κρίσιμη: η ηθική υπευθυνότητα και η αυτογνωσία δεν αντικαθίστανται από συλλογικά ή ιδεολογικά πρότυπα που αγνοούν τον άνθρωπο ως υποκείμενο της ζωής του. Η αυθεντική ηρωική πράξη απαιτεί συνείδηση, προσωπική επιλογή και ενεργό αγώνα· όταν αυτά παραβλέπονται, το αποτέλεσμα είναι τοξικός αλτρουισμός, ψυχική και σωματική εξάντληση και, σε ακραίες περιπτώσεις, τραγική πλάνη.
Το μάθημα της φιλοσοφίας του είναι διττό: να ζούμε με συνειδητότητα και θάρρος και να αναγνωρίζουμε τις παγίδες όπου η έννοια της ηρωικής ζωής μπορεί να στραφεί εναντίον μας. Η αρετή και η αυτοκυριαρχία γίνονται όχι μόνο ιδανικά, αλλά και όπλα προστασίας απέναντι στην κακή εκμετάλλευση των ιδεών. Η φιλοσοφία του Λιαντίνη δεν αφορά μόνο τη θεωρία ή την προσωπική βελτίωση· αποτελεί οδηγό για την κοινωνική ζωή και κριτήριο για την αναγνώριση των παραποιημένων χρήσεων των ιδεών.
Η ανάλυση της αυτοχειρίας του Λιαντίνη είναι ευαίσθητη και φιλοσοφικά εμπεριστατωμένη, επιτρέποντας στον αναγνώστη να σκεφτεί την πράξη πέρα από την ηθική καταδίκη. Η διάκριση ανάμεσα στον άνθρωπο και στον δάσκαλο είναι ιδιαίτερα σημαντική: ως δάσκαλος, το μήνυμα του για αγρυπνία, ηθική απόλαυση και αξιοπρέπεια παραμένει ζωντανό, ισχυρό και πολύτιμο. O Λιαντίνης, ως άνθρωπος, υπέκυψε στον πειρασμό της υπερήφανης σκέψης που έφερε την αυτοχειρία ως βίοση ενός ηρωικού τρόπου ζωής. Εδώ βρίσκεται ένα σημαντικό σημείο αναφοράς για όποιον επιδιώκει να κατανοήσει τη ζωή, τη διδασκαλία και την υπαρξιακή διαδρομή του Λιαντίνη.
Δημήτρης Λιαντίνης – Βιογραφία
Ο Δημήτρης Λιαντίνης (23 Ιουλίου 1942 – Ιούνιος 1998) γεννήθηκε στο χωριό Λιαντίνα Λακωνίας. Το επώνυμό του ήταν Νικολακάκος, το οποίο αργότερα άλλαξε σε «Λιαντίνης», τιμώντας τον τόπο καταγωγής του. Υπήρξε πανεπιστημιακός δάσκαλος, φιλόσοφος, ποιητής, συγγραφέας και μεταφραστής, με έντονη πνευματική παρουσία και ιδιότυπη ρητορική δύναμη.
Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ως αναπληρωτής καθηγητής και δημοσίευσε εννέα έργα με φιλοσοφικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο. Κεντρική του αναφορά υπήρξε η αρχαιοελληνική σκέψη και ιδιαίτερα η τραγική της παράδοση, στην οποία έβλεπε πρότυπο ηθικής στάσης απέναντι στην ύπαρξη και τον θάνατο. Το τελευταίο του βιβλίο, Γκέμμα, καθιερώθηκε ως το πιο χαρακτηριστικό έργο του και έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Το φιλοσοφικό του μότο συνοψίζεται στη θέση ότι «φιλοσοφία εστί μελέτη θανάτου», στάση που διατρέχει το έργο και τη ζωή του. Αυτή η ιδέα, που απαντάται στον Πλάτωνα, τονίζει ότι η συνειδητοποίηση του θανάτου είναι κεντρική για την κατανόηση της ύπαρξης και ότι η φιλοσοφία είναι η πρακτική ενασχόληση με αυτόν τον υπαρξιακό περιορισμό. Η εξαφάνιση και ο θάνατος
Στο ευρύ κοινό έγινε κυρίως γνωστός το 1998, σε ηλικία των 56 ετών, όταν και η υπόθεση της εξαφάνισης του απασχόλησε την κοινή γνώμη. Τη πρώτη Απριλίου 1998 έλεγε στους μαθητές του στο Μαράσλειο, ότι θα φύγει από τη ζωή σε δύο-τρεις μήνες. Πριν φύγει, είχε προαναγγείλει σε οικείους και μαθητές του την απόφαση του, συνδέοντας την με υπαρξιακές και παιδαγωγικές του θέσεις, καθώς και με προσωπική ερμηνεία της έννοιας της αξιοπρέπειας. Την 1η του Ιούνη του 1998, ο Δημήτρης Λιαντίνης ξύπνησε πολύ νωρίς το πρωί, στο σπίτι του στην Κηφισιά, και μπήκε στην παλιά λευκή BMW του, και πήγε στη Σπάρτη. Άφησε το αυτοκίνητο στην πόλη με γεμάτο ρεζερβουάρ, και πήρε ένα ταξί με προορισμό το καταφύγιο του Ταύγετου, 22 χιλιόμετρα μακριά. Ο Κώστας Τσούνης, ο ταξιτζής που τον μετέφερε για τελευταία φορά εκεί, τον είχε μεταφέρει στο σημείο αυτό και αρκετές άλλες φορές στο παρελθόν, όμως τις προηγούμενες φορές τον περίμενε στο καταφύγιο μέχρι να επιστρέψει, και τότε τον γυρνούσε στη Σπάρτη. Αυτή τη φορά, όμως, ο Λιαντίνης του είπε να μην τον περιμένει. Στις 2 το μεσημέρι, ο Δημήτρης Λιαντίνης κατέβηκε από το ταξί και άρχισε να ανεβαίνει με τα πόδια στο μονοπάτι που οδηγούσε στον Προφήτη Ηλία, την κορυφή του βουνού. Δεν επέστρεψε ποτέ γιατί έχοντας σπρώξει με τα ίδια του τα χέρια μια πλάκα, την ταφόπετρα του, πάνω από το στόμιο μας μικρής σπηλιάς του Ταΰγετου, ξεκινούσε την πορεία για το θάνατο από ασιτία και έλλειψη νερού. Τελικά τα οστά του βρέθηκαν 7 χρόνια μετά, στις 6 Ιουνίου 2005, σε μία σπηλιά κοντά στην κορυφή του Ταϋγέτου.
Δίδαξε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών ως αναπληρωτής καθηγητής και δημοσίευσε εννέα έργα με φιλοσοφικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο. Κεντρική του αναφορά υπήρξε η αρχαιοελληνική σκέψη και ιδιαίτερα η τραγική της παράδοση, στην οποία έβλεπε πρότυπο ηθικής στάσης απέναντι στην ύπαρξη και τον θάνατο. Το τελευταίο του βιβλίο, Γκέμμα, καθιερώθηκε ως το πιο χαρακτηριστικό έργο του και έχει μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Το φιλοσοφικό του μότο συνοψίζεται στη θέση ότι «φιλοσοφία εστί μελέτη θανάτου», στάση που διατρέχει το έργο και τη ζωή του. Αυτή η ιδέα, που απαντάται στον Πλάτωνα, τονίζει ότι η συνειδητοποίηση του θανάτου είναι κεντρική για την κατανόηση της ύπαρξης και ότι η φιλοσοφία είναι η πρακτική ενασχόληση με αυτόν τον υπαρξιακό περιορισμό.
Η εξαφάνιση και ο θάνατος
Το έργο του Γεώργιου Λιαντίνη
1. Το «Carpe Diem» ως Υπαρξιακή Υποχρέωση
Η εντολή με την οποία ανοίγει και κλείνει εκείνο το μάθημα είναι μία:
«Τρύγησε την ημέρα.»
Δεν πρόκειται για τον επιπόλαιο ηδονισμό που καπηλεύτηκε η εποχή μας.
Δεν σημαίνει «κατανάλωσε τη μέρα», αλλά «βίωσέ την με πλήρη συνείδηση».
«Μην την αφήσεις να πάει χαμένη, την κάθε μέρα… Δεν είναι αναβλητή η ζωή, ούτε αναστρέψιμη.»
Η μέρα είναι ένας χρυσός κόκκος στο σιωπηλό ρολόι της ύπαρξης.
Η αδράνεια και η αναβλητικότητα δεν είναι ουδέτερες πράξεις· είναι μορφές εσωτερικής παραίτησης. Εδώ ο Λιαντίνης συνομιλεί με την αρχαία έννοια του καιρού — της εύστοχης στιγμής που, αν χαθεί, δεν επιστρέφει.
Η αναβλητικότητα, για τον Λιαντίνη, είναι η πιο ύπουλη μορφή χαμένου βίου.
2. Η Φοβερή Εντολή: «Μη Κοιμηθείτε!»
Στον πυρήνα της διδασκαλίας του βρίσκεται η αγρυπνία.
Με αφορμή την παραβολή των Δέκα Παρθένων, ο Λιαντίνης μιλά όχι για θεολογικό, αλλά για υπαρξιακό ύπνο:
«Μη κοιμηθείτε… Μιλάμε για υπαρκτικό ύπνο.»
Ο υπαρξιακός ύπνος είναι η λήθη του εαυτού, η βύθιση στη συνήθεια, η παραίτηση από την εσωτερική φωνή που μας καλεί σε εγρήγορση. Αντίθετα, η αγρυπνία είναι η διαρκής καθαρότητα της συνείδησης — αυτό που ο Σολωμός ονόμασε «πάντα ανοιχτά, πάντα άγρυπνα τα μάτια της ψυχής».
Δεν πρόκειται για θρησκευτική εντολή, αλλά για την πιο βαθιά ψυχοπνευματική στάση ζωής.
3. Η Διάζωξη: Ηθική και Απόλαυση σε Ισορροπία
Η διδασκαλία του Λιαντίνη δεν οδηγεί σε άρνηση των απολαύσεων.
Δεν υμνεί τον ασκητισμό· προτείνει μια υψηλή διάζωξη — την ισορροπία ανάμεσα στη χαρά και στην ηθική.
«Να τη ζω, να τη ρουφάω, να τη χαίρομαι… όσο μπορώ πιο έντιμα, πιο ηθικά, πιο όμορφα. Υπάρχει ομορφιά μέσα στην ηθική.»
Η άμετρη απόλαυση είναι ύβρις, η αιώνια αρχαιοελληνική υπέρβαση του ορίου.
Η σωφροσύνη —όχι ο φόβος— είναι το έδαφος της πραγματικής ευδαιμονίας.
Έτσι ανοίγει η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο τρυγώ τη μέρα και στο καταβροχθίζω τη μέρα.
Η ηθική δεν φυλακίζει τη ζωή· της δίνει βάθος.
4. Ο Θάνατος ως Σύμμαχος της Ζωής
Για τον Λιαντίνη, η μνήμη του θανάτου δεν είναι σκοτεινισμός, αλλά φως.
Η επίγνωση ότι το τέλος υπάρχει μάς καλεί να ζήσουμε πιο καθαρά, πιο έντιμα, πιο αληθινά.
«Να το έχουμε υπόψη μας… θα ’ρθει μια μέρα που θα πεθάνουμε. Εκείνη η ώρα να μας βρει εξισωμένους με την αναγκαιότητα.»
Ο Καβάφης μιλά για τον «αξιοπρεπή θάνατο».
Ο Σεφέρης μιλά για εκείνους που πέρασαν «σαν να μην έζησαν».
Δεν καταδικάζουν τους αμαρτωλούς· καταδικάζουν τους μη-ζώντες.
Ο θάνατος, λοιπόν, είναι ο μεγάλος καθρέφτης της ύπαρξης —
και μας καλεί να μην φτάσουμε στην έξοδο ντροπιασμένοι από τη δική μας αναβολή.
5. Η Πολιτισμική Συνέχεια: Από τον Θαλή στον Σεφέρη
Η πνευματική ιδιαιτερότητα του Λιαντίνη βρίσκεται και στη βαθιά επίγνωση της ελληνικής συνέχειας. Οι στοχασμοί του δεν αιωρούνται στο κενό· ανήκουν σε μια μεγάλη, ενιαία αλυσίδα:
-
Ο Όμηρος θεμελιώνει την τραγικότητα της ανθρώπινης φθαρτότητας.
-
Ο Θαλής προειδοποιεί με το «ούπω καιρός» — ο κίνδυνος της αναβολής.
-
Ο Σολωμός υψώνει την αγρυπνία της ψυχής σε ποιητική εντολή.
-
Ο Καβάφης και ο Σεφέρης περιγράφουν τη μισή, άκαρπη ζωή.
Ο Λιαντίνης δεν μιμείται· συνεχίζει αυτή τη μακραίωνη γραμμή, δίνοντάς της σύγχρονη υπαρξιακή λεπτουργία.
6. Η Αντίφαση Μεταξύ Εμφάνισης και Ουσίας
Με το παράδειγμα Αϊνστάιν–Αλ Καπόνε, ο Λιαντίνης επισημαίνει την ύπουλη απόσταση ανάμεσα στο φαίνεσθαι και στο είναι.
Ένας «ατημέλητος γεροντάκος» μπορεί να είναι Αϊνστάιν ή Παπαδιαμάντης·
ένας λαμπερός «άρχοντας» μπορεί να είναι ένας εκλεπτυσμένος εγκληματίας.
Το κρίσιμο δεν είναι το βλέμμα· είναι η διάκριση πίσω από το βλέμμα.
Το απόσπασμα κορυφώνεται με το συγκλονιστικό ερώτημα που ο Λιαντίνης αποδίδει στον Αϊνστάιν:
«Μπορούσες να φτιάξεις τον κόσμο αλλιώτικο;
Ή αναγκάστηκες να τον φτιάξεις όπως τον έφτιαξες;»
Με αυτή τη φράση εκθέτει όλη τη φιλοσοφική απόσταση ανάμεσα στην επιφάνεια και την ουσία — και μας καλεί να μάθουμε να την βλέπουμε.
"Σα νά 'χουμε απέναντι μας τον Αϊνστάιν και τον Αλ Καπόνε, που δεν αποκλείεται μια μέρα του Σικάγου να ταξίδεψαν άγνωστοι με το ίδιο τραίνο. Τους κοιτάμε και βρίσκουμε: Ετούτος τι ατημέλητος γεροντάκος. Κουρασμένος, τριμμένο σακάκι, ματάκια που λησμονήθηκαν, η γραβάτα του κρέμεται στον λαιμό, σφεντόνα του Δαβίδ. Και λησμόνησε να φορέσει την κάλτσα στο αριστερό του ποδάρι. Αλλά ο άλλος; Τι τζέντλεμαν. Κουστούμι παραγγελιά στα Παρίσια, γυαλισμένο υπόδημα, δαχτυλίδι με περικεφαλαία στην πέτρα, και το μαλλί του λάδι στον μουσαμά. Άρχοντας με αγωγή κι από καταγωγή. Ενώ ο πρώτος, όσο τον παρατηρείς, τόσο τον παρομοιάζεις με τον ζητιάνο του Αντρέα Συγγρού, που πήγε κάποτε να τον ελεήσει στην οδό Σταδίου, και τον προφτάξανε την τελευταία στιγμή: «Τι κάνεις, άνθρωπε; Είναι ο Παπαδιαμάντης!».Τώρα το ποιος είναι από μέσα ο Αλ Καπόνε, και ποιος ο Αϊνστάιν, τα φαινόμενα το κρύβουν. Όμως πρέπει να υπάρχει διαφορά ανάμεσα σ' εκείνον που ζούσε στο λαγούμι με τις αράχνες και τη νυχτερίδα, και σ' εκείνον που συζητά στο τηλέφωνο με τον Θεό, και σε μια στιγμή τον ακούμε να ρωτάει: «Για πες μου μάστορα, για να το μάθω. Μπορούσες να φτιάξεις τον κόσμο αλλιώτικο; Ή αναγκάστηκες να τον φτιάξεις, όπως τον έφτιαξες;»" Δ. Λιαντίνης, Τα Ελληνικά - απόσπασμα
7. Ο Έρωτας ως Γνώση και Ήθος
Στη Γκέμμα, ο Λιαντίνης υψώνει τον έρωτα σε μια λεπτή, σχεδόν τελετουργική τέχνη:
«Έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις έτσι, που η σφαγή που θα νιώθεις να είναι πιο σφαγερή από εκείνη του συντρόφου σου.»
Ο έρωτας δεν είναι πάθος μόνο· είναι παιδεία.
Είναι ένας χορός δύναμης και τρυφερότητας που απαιτεί υψηλό ήθος — καράτια είκοσι τέσσερα, όπως γράφει.
Η φύση, κατά τον Λιαντίνη, ορίζει το αρσενικό ως προσφορά και τη θηλυκή παρουσία ως το κέντρο γύρω από το οποίο κινείται ο κόσμος της ερωτικής τελετουργίας.
Αυτό όμως δεν είναι ανισότητα· είναι ευθύνη.
Στον σωστό έρωτα, η σάρκα έχει ύφος και η δύναμη έχει σύνεση.
Ο έρωτας, για τον Λιαντίνη, δεν είναι πάθος μόνο· είναι παιδεία, ευγένεια, αρχοντιά. Η θηλυκή και η αρσενική φύση λειτουργούν σε μια λεπτή ισορροπία ευθύνης και αυτοθυσίας.
«Η ερωτική πράξη είναι ένα λεπτό, σχεδόν ιερό πεδίο, όπου η δύναμη και η τρυφερότητα πρέπει να χορεύουν μαζί.»
«Η ερωτική πράξη είναι ένα λεπτό, σχεδόν ιερό πεδίο, όπου η δύναμη και η τρυφερότητα πρέπει να χορεύουν μαζί.»
Και η μεγάλη ηθική του προτροπή καταλήγει στις παρακάτω ανατρεπτικές του φράσεις:
"Να φεύγεις, αλλά πώς να φεύγεις! Το πράγμα θέλει μεγάλη προσοχή.
Γιατί ο ορισμός αυτός είναι τορπίλλι που το παίζει στα χέρια του μικρό παιδί. Το παίζει στα χέρια του και δεν ξέρει τι είναι… Ο Γιωργής τ’ Αποδέλοιπο, που λέει ο Μυριβήλης.
Έρωτας είναι η τέχνη του να φεύγεις έτσι, που η σφαγή που θα νιώθεις να είναι πολύ πιο σφαγερή από τη σφαγή που νιώθει ο σύντροφος που αφήνεις.
Αν εκείνος πονάει τρεις, εσύ να πονέσεις εννιά. Εδώ σε θέλω, κάβουρα, που λένε, να περπατάς στα κάρβουνα. Χόρεψες ποτέ σου το χορό του αναστενάρη, χωρίς νά ‘σαι αναστενάρης;»
Ο έρωτας είναι γνώση. Ο έρωτας είναι ευγένεια και αρχοντιά. Είναι το μειδίαμα της σπατάλης ενός φρόνιμου Άσωτου.
Πως η φύση ορίζει το αρσενικό να γίνεται ατέλειωτη προσφορά και θεία στέρηση για το θηλυκό. Το θηλυκό να κυνηγάει τις τύψεις του. Στον έρωτα όλα γίνονται για το θηλυκό. Η μάχη και η σφαγή του έρωτα έχει το νόημα να πεθάνεις το θηλυκό, και να το αναστήσεις μέσα στα λαμπρά ερείπια των ημερών σου.
Πάντα σου μελαγχολικός και ακατάδεχτος… Στη σωστή ερωτική ομιλία το θηλυκό δίνει το ύφος της σάρκας και το αρσενικό τη σύνεση της δύναμης. Μιλώ για τα καράτια κοντά στα εικοσιτέσσερα. Για στήσιμο πολύ μεταξωτό. Και το μετάξι μόνο ζωικό παρακαλώ. …
8. Επηρεασμοί στο Έργο του Λιαντίνη
Η υπαρξιακή στάση του Λιαντίνη συνομιλεί με τρεις μεγάλες παραδόσεις: τους Στωικούς, τους Υπαρξιστές και τον Νίτσε.
Στωικοί – Σενέκας
Ο θάνατος ως φυσική έκβαση και δυνατότητα αξιοπρέπειας.
Ο Σενέκας τονίζει τη γαλήνη· ο Λιαντίνης του δίνει τραγική μεγαλοπρέπεια.
Ο Στωικισμός θεωρούσε τον θάνατο φυσική έκβαση και, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, την αυτοχειρία ως πράξη αυτοκυριαρχίας. Ο Σενέκας, που επίσης τόνισε τη «μελέτη θανάτου», έβλεπε την εκούσια έξοδο όχι ως άρνηση της ζωής, αλλά ως απόφαση να μην υπακούσει κανείς σε εξευτελιστικές περιστάσεις που στερούν την αρετή και την αξιοπρέπεια.
Ο Λιαντίνης φαίνεται να προσεγγίζει αυτό το ύφος: ένα «όρθιο τέλος», μια αποχώρηση με αξιοπρέπεια. Όμως η διαφορά είναι κρίσιμη:
Ο Σενέκας επέμενε ότι η αυτοχειρία δεν είναι θρίαμβος επί της μοίρας, αλλά έσχατη έκφραση λογικής γαλήνης.
Ο Λιαντίνης, αντίθετα, ενδύει την πράξη με τραγικό μεγαλείο, σχεδόν με ηρωικό παθος, όχι με στωική αταραξία. Ο θάνατος δεν είναι φυγή από τον παραλογισμό, αλλά δράμα εσωτερικής ανάτασης. Εκεί όπου ο Στωικός ψιθυρίζει, ο Λιαντίνης υψώνει παιάνα.
Υπαρξιστές – Καμύ
Ο Καμύ βλέπει την παραμονή στη ζωή ως πράξη εξέγερσης.
Ο Λιαντίνης επιλέγει μια «όρθια αποχώρηση» από το παράλογο· όχι φυγή, αλλά τελετουργία.
ο Λιαντίνης απαντά: «οφείλω να αποχωρήσω αξιοπρεπώς από το παράλογο».
Νίτσε
Η αυτοκυριαρχία, η άρνηση της μετριότητας, η ανάταση προς το ανώτερο.
Όμως ο Νίτσε προειδοποιεί για την ύβρη: το πέρασμα του ορίου.
Ο Λιαντίνης κινείται σε αυτό το όριο — άλλοτε ως υπέρτατη αυτονομία, άλλοτε ως τραγική υπέρβαση.
Ο Νίτσε, παρότι υμνεί τον υπεράνθρωπο, προειδοποιεί για την ύβρη: την υπερβολική αυτοθώριση που μπορεί να τυφλώσει την κρίση και να οδηγήσει σε αυτοκαταστροφή.
Το τέλος του Λιαντίνη μπορεί να ιδωθεί
είτε ως υπέρτατη αυτονομία του πνεύματος,
είτε ως τραγική υπέρβαση του ορίου, όπου η επιθυμία ηθικής καθαρότητας γίνεται σκληρή αυτοπροσφορά σε μια ιδέα μεγαλύτερη από τον ίδιο.
Εάν ο Νίτσε έδωσε φωνή στον υπερήφανο άνθρωπο,
ο Λιαντίνης βίωσε την υπερηφάνεια ως μαρτύριο.
Η πνευματική κληρονομία του Λιαντίνη
Η σκέψη του επιχειρεί να ερμηνεύσει, άμεσα ή έμμεσα, την αρχαία ελληνική τραγική παράδοση, τους προσωκρατικούς και τους Στωικούς, τον Καζαντζάκη και τον ευρωπαϊκό υπαρξισμό, την νιτσεϊκή ιδέα της αυτονομοθεσίας του ανθρώπου και πολλούς άλλους μεγάλους στοχαστές.
Κεντρικό διακύβευμα σε όλο το έργο του είναι η αξιοπρέπεια απέναντι στον θάνατο, η ευθύνη απέναντι στις επόμενες γενιές και η ηθική αυστηρότητα απέναντι στη ζωή.
Η πράξη του έγινε αντικείμενο συζητήσεων, ερμηνειών και αντιπαραθέσεων. Για άλλους αποτελεί αυστηρή συνέπεια λόγου και πράξης· για άλλους, μια τραγική εμμονή στην αυτόνομη ανθρώπινη υπερηφάνεια.
Δίδασκε μεταξύ άλλων: «Ο θάνατος είναι το σημαντικότερο πρόβλημα της φιλοσοφίας. Φιλοσοφία εστί μελέτη θανάτου. Ένα είναι βέβαιο και ασφαλές, απόλυτο ότι κάποια μέρα θα πεθάνουμε».
"Δυνατός αυτός που αντιστέκεται στο θάνατο, πιο δυνατός αυτός που φεύγει αυτόβουλα".
«Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη μου γι’ αυτό το έγκλημα με σκοτώνει».
"Είναι δυνατόν να έβαλε κάποιος τέλος στη ζωή του από θλίψη για το έγκλημα σε βάρος των επόμενων γενεών; Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους;" απόσπασμα από την αποχαιρετιστήρια επιστολή που άφησε στην κόρη του, Διοτίμα, προτού χαθεί.
Ο Λιαντίνης άφησε το νεκρό σώμα του σε μια σπηλιά στον Ταύγετο. 'Έκανε πράξη τις διδασκαλίες του, σε αντίθεση με άλλους φιλοσόφους που δίδασκαν για το πνεύμα αυτοθυσίας. Τώρα είναι αλλού αλλά οι μελέτες και οι πεποιθήσεις του Λιαντίνη βρίσκονται στην διάθεση οποιουδήποτε μελετητή.
Ο Λιαντίνης ήταν άνθρωπος σπάνιος, με πλούσιες γνώσεις και ρητορική δεινότητα που μαγνήτιζε τον ακροατή. Το γεγονός ότι προετοίμαζε την τελευταία του πράξη μεθοδικά, πολύ πριν τη στιγμή της αυτοκτονίας, διαφαίνεται όχι μόνο στα λόγια που απηύθυνε σε όσους τον γνώριζαν, αλλά και σε ορισμένες από τις ομιλίες του που σήμερα κυκλοφορούν. Στο συγγραφικό του έργο, ο προσεκτικός αναγνώστης μπορεί εύκολα να διακρίνει την έννοια της αυτοθυσίας, τόσο ισχυρή όσο στον τρόπο που την προβάλλει ο Καζαντζάκης:
«Μα μέσα μου μια κραυγή ανώτερη φωνάζει αθάνατη. Τι θέλοντας και μη είμαι και εγώ σίγουρα ένα κομμάτι από το ορατό και αόρατο σύμπαν. Είμαστε ένα· οι δυνάμεις που δουλεύουν εντός μου, οι δυνάμεις που με σπρώχνουν και ζω, οι δυνάμεις που με σπρώχνουν και πεθαίνω, είναι σίγουρα και δικές Του δυνάμεις. Δεν είμαι ένα μετέωρο αρρίζωτο στον κόσμο. Είμαι χώμα από το χώμα Του και πνοή από την πνοή Του. Δεν οδεύω μοναχός· δεν ελπίζω μοναχός· δεν φωνάζω μοναχός. Μια παράταξη, μια χώρα του σύμπαντος φοβάται, ελπίζει, φωνάζει μαζί μου. Είμαι ένα πρόχειρο γιοφύρι, και κάποιος από πάνω μου περνάει και γκρεμίζομαι ξοπίσω του. Ένας αγωνιστής με διαπερνάει. Τρώω τη σάρκα μου και το μυαλό μου, για να ανοίξει δρόμο, να γλυτώσει από μένα. Όχι εγώ, Αυτός φωνάζει!»
Αυτό το απόσπασμα από την Ασκητική δεν παρέμεινε για τον Λιαντίνη απλώς λόγος· έγινε βίωμα, πράξη, υπαρξιακή μοίρα. Ένας άνθρωπος που δεν ταυτιζόταν με τη χριστιανική ταπεινότητα και δεν είχε δηλώσει σχέση με κάποια οργανωμένη ιδεολογία, ζούσε με την αέναη ένταση ανάμεσα στην ανθρώπινη υπερηφάνεια και την υπαρξιακή του αποστολή. Η απόφαση του να βαδίσει τον δικό του δρόμο, η άρνηση να υποταχθεί σε στερεότυπα, αποκαλύπτει ένα πνεύμα που θεωρούσε την αυτονομία και την αξιοπρέπεια ύψιστες αξίες — ακόμα και όταν αυτές τον οδήγησαν σε μια πράξη υπαγορευμένη από την ίδια του την υπερηφάνεια.
Η Ελλάδα και η ανθρωπότητα έχασαν έναν φωτεινό δάσκαλο, έναν πανεπιστημιακό καθηγητή ικανό να ανάψει σπίθες έμπνευσης στους νέους, να τους διδάξει την αγάπη για τη γνώση και να τους καλέσει σε μια ζωή αυτενέργειας και συνείδησης. Η πορεία του προς την αυτοχειρία, όσο τραγική κι αν φαίνεται, δεν μειώνει τη δύναμη και τη γοητεία του λόγου του· αντίθετα, παραμένει κληρονομιά της ανθρωπότητας και υπενθύμιση ότι ακόμα και οι μεγάλες προσωπικότητες, όταν αντιμετωπίζουν τη σκληρή μοίρα της ύπαρξης με υπερηφάνεια, παραμένουν ακατάλυτα ανθρώπινες και εύθραυστες.
Συμπέρασμα
Το έργο του Γεώργιου Λιαντίνη παραμένει μια από τις πιο ιδιόμορφες και γαλήνια ανήσυχες φωνές της νεοελληνικής γραμματείας.
Ανασυστήνει την αρχαία ελληνική σοφία όχι ως φιλολογικό απολίθωμα, αλλά ως υπαρξιακή άσκηση.
Μας καλεί να ζήσουμε καθαρά, να μην κοιμηθούμε, να μην αναβάλουμε, να αγαπήσουμε με ήθος, να σταθούμε απέναντι στον θάνατο όχι με τρόμο αλλά με επίγνωση.
Θυμίζει πως η ζωή, αν δεν τρυγηθεί σήμερα, δεν ξανάρχεται.
Ο Λιαντίνης ήταν ιδιότυπη φωνή στη διασταύρωση αρχαίας ελληνικής τραγικής συνείδησης, στωικής αξιοπρέπειας, νιτσεϊκής ακμής και υπαρξιακής αγωνίας. Η αυτοχειρία του προκαλεί και συγκλονίζει, γιατί έκανε πράξη κάτι που κανένας φιλόσοφος που ασχολήθηκε με τη φιλοσοφία ως «μελέτη θανάτου» (Φαίδων 67d) δεν τόλμησε: να βιώσει την αυτοθυσία μέχρι το τέλος, παίρνοντας μαζί του τη γνώση για το τι είναι ο θάνατος.
Ο ηρωικός τρόπος ζωής
Παράλληλα, η εκμετάλλευση του ηρωικού τρόπου ζωής από οργανώσεις όπως η Νέα Ακρόπολη δείχνει μια παρόμοια παγίδα, όπου η έννοια της αυτοθυσίας μετατρέπεται σε εργαλείο εξουσίας και ελέγχου. Όπως ο Λιαντίνης επέλεξε την προσωπική του υπέρτατη θυσία, έτσι και τα μέλη της ΝΑ κατευθύνονται να θυσιάζουν τον εαυτό τους για ένα ιδανικό που επιβάλλεται από την οργάνωση. Η διαφορά είναι ότι η επιλογή του Λιαντίνη ήταν εσωτερική και υπαρξιακή, ενώ στα μέλη της ΝΑ η αυτοθυσία γίνεται προϊόν εξωτερικών κανόνων, πλάνης και πλύσης εγκεφάλου.
Ο ηρωικός τρόπος ζωής, όπως τον εκμεταλλεύεται η ΝΑ, ενσωματώνει την ιδέα της καθημερινής αυτοθυσίας και της υπεράνθρωπης αρετής, με αποτέλεσμα τα μέλη να υποφέρουν σωματικά και ψυχικά, ενώ το όφελος καρπώνεται αποκλειστικά η οργάνωση. Το πρότυπο του υπεράνθρωπου συνδέεται με μεγαλομανία και εξουσία, παραμορφώνοντας την πραγματική έννοια της γενναιότητας και του εθελοντισμού. Η πλάνη αυτή οδηγεί τα μέλη σε έναν τοξικό αλτρουισμό, όπου η προσφορά τους δεν αφορά το άμεσο καλό της κοινωνίας, αλλά το όραμα της οργάνωσης. Έτσι, η θυσία, η αυτοθυσία και ο ηρωικός τρόπος ζωής, όταν εξωτερικεύονται και κατευθύνονται από εξουσιαστικούς μηχανισμούς, μπορούν να γίνουν παγίδα για τον άνθρωπο. Στον Λιαντίνη η θυσία ήταν προσωπική, συνειδητή και υπαρξιακή· στην οργάνωση, η αυτοθυσία μετατρέπεται σε μέσο χειραγώγησης και ψυχολογικής πίεσης. Η σύγκριση αυτή μας υπενθυμίζει πόσο λεπτή είναι η γραμμή μεταξύ ηρωισμού και πλάνης, μεταξύ προσωπικής αξιοπρέπειας και χειραγώγησης, και πόσο σημαντικό είναι να παραμένει κανείς άγρυπνος και συνειδητός στις επιλογές του.
Η αγάπη μακροθυμεί, χρηστεύεται, η αγάπη ου ζηλοί, η αγάπη ου περπερεύεται, ου φυσιούται, ουκ ασχημονεί, ου ζητεί τα εαυτής, ου παροξύνεται, ου λογίζεται το κακόν, ου χαίρει επί τη αδικία, συγχαίρει δε τη αληθεία, πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει.
Είτε δε προφητείαι, καταργηθήσονται, είτε γλώσσαι παύσονται, είτε γνώσις καταργηθήσεται. Εκ μέρους δε γινώσκομεν και εκ μέρους προφητεύομεν όταν δε έλθη το τέλειον, τότε το εκ μέρους καταργηθήσεται. Ότε ήμην νήπιος, ως νήπιος έλάλουν, ως νήπιος εφρόνουν, ως νήπιος ελογιζόμην ότε δε γέγονα ανήρ, κατήργηκα τα του νηπίου. Βλέπομεν γαρ άρτι δι' εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον άρτι γινώσκω εκ μέρους, τότε δε επιγνώσομαι καθώς και επεγνώσθην. Νυνί δε μένει πίστις, έλπίς, αγάπη, τα τρία ταύτα μείζων δε τούτων η αγάπη.»
Νεοελληνική
«Αν ξέρω να μιλώ όλες τις γλώσσες των ανθρώπων και των αγγέλων, αλλά δεν έχω αγάπη, τότε έγινα σαν ένας άψυχος χαλκός που βουίζει ή σαν κύμβαλο που ξεκουφαίνει με τους κρότους του. Και αν έχω το χάρισμα να προφητεύω και γνωρίζω όλα τα μυστήρια και όλη τη γνώση, και αν έχω όλη την πίστη, ώστε να μετακινώ με τη δύναμη της ακόμη και τα βουνά, αλλά δεν έχω αγάπη, τότε δεν είμαι τίποτε απολύτως. Και αν πουλήσω όλη την περιουσία μου για να χορτάσω με ψωμί όλους τους φτωχούς, και αv παραδώσω το σώμα μου για να καεί, αλλά αγάπη δεν έχω, τότε σε τίποτε δεν ωφελούμαι.
Η αγάπη είναι μακρόθυμη, είναι ευεργετική και ωφέλιμη, η αγάπη δε ζηλεύει, η αγάπη δεν ξιπάζεται (δεν καυχιέται), δεν είναι περήφανη, δεν κάνει ασχήμιες, δε ζητεί το συμφέρον της, δεν ερεθίζεται, δε σκέφτεται το κακό για τους άλλους, δε χαίρει, όταν βλέπει την αδικία, αλλά συγχαίρει, όταν επικρατεί η αλήθεια. Όλα τα ανέχεται, όλα τα πιστεύει, όλα τα ελπίζει, όλα τα υπομένει. Η αγάπη ποτέ δεν ξεπέφτει.
Αν υπάρχουν ακόμα προφητείες, θα έλθει μέρα που και αυτές θα καταργηθούν αν υπάρχουν χαρίσματα γλωσσών και αυτά θα σταματήσουν αν υπάρχει γνώση και αυτή θα καταργηθεί. Γιατί τώρα έχουμε μερική και όχι τέλεια γνώση και προφητεία· όταν όμως έλθει το τέλειο, τότε το μερικό θα καταργηθεί. Όταν ήμουν νήπιο, μιλούσα ως νήπιο, σκεφτόμουν ως νήπιο, έκρινα ως νήπιο. Όταν έγινα άνδρας, κατάργησα τη συμπεριφορά του νηπίου. Τώρα βλέπουμε σαν σε καθρέπτη και μάλιστα θαμπά, τότε όμως θα βλέπουμε το ένα πρόσωπο το άλλο πρόσωπο. Τώρα γνωρίζω μόνο ένα μέρος από την αλήθεια, αλλά τότε θα έχω πλήρη γνώση, όπως ακριβώς γνωρίζει και εμένα ο Θεός. Ώστε τώρα μας απομένουν τρία πράγματα: η πίστη, η ελπίδα και η αγάπη. Πιο μεγάλη όμως από αυτά είναι η αγάπη.»
Α΄ ΠΕΤΡΟΥ 5: 6 Ταπεινώθητε οὖν ὑπὸ τὴν κραταιὰν χεῖρα τοῦ Θεοῦ, ἵνα ὑμᾶς ὑψώσῃ ἐν καιρῷ. 7 πᾶσαν τὴν μέριμναν ὑμῶν ἐπιρρίψαντες ἐπ’ αὐτόν, ὅτι αὐτῷ μέλει περὶ ὑμῶν, 8 νήψατε, γρηγορήσατε· ὁ ἀντίδικος ὑμῶν διάβολος ὡς λέων ὠρυόμενος περιπατεῖ ζητῶν τίνα καταπίῃ.
Μετάφραση Α΄ ΠΕΤΡΟΥ 5:8 Να είστε νηφάλιοι και άγρυπνοι. Ο ἀντίδικος σας ο διάβολος περιφέρεται σαν λιοντάρι που βρυχάται, ζητώντας κάποιον να καταβροχθίσει.
Στον Χριστιανισμό δεν υπάρχει τοξικότητα
ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ -ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ- ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ 11:28-30 FPB
25 Κατά τον καιρό εκείνο, ο Ιησούς, αποκρινόμενος, είπε: Σε δοξάζω, Πατέρα, Κύριε του ουρανού και της γης, ότι αυτά τα απέκρυψες από σοφούς και συνετούς, τα αποκάλυψες όμως σε νήπια.
26 Ναι, ω Πατέρα, επειδή έτσι έγινε αρεστό μπροστά σου.
27 Όλα παραδόθηκαν από τον Πατέρα σε μένα· και κανένας δεν γνωρίζει τον Υιό, παρά μονάχα ο Πατέρας· ούτε τον Πατέρα γνωρίζει κάποιος, παρά μονάχα ο Υιός, και σε όποιον ο Υιός θέλει να τον αποκαλύψει.
28 Ελάτε σε μένα όλοι όσοι κοπιάζετε και είστε φορτωμένοι, και εγώ θα σας αναπαύσω.
29 Σηκώστε επάνω σας τον ζυγό μου, και μάθετε από μένα· επειδή, είμαι πράος και ταπεινός στην καρδιά· και θα βρείτε ανάπαυση μέσα στις ψυχές σας.
30 Επειδή, ο ζυγός μου είναι καλός, και το φορτίο μου ελαφρύ.









Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου